O Edward Bach υπήρξε πρωτοπόρος, έγκριτος γιατρός και ερευνητής, που γεννήθηκε και έζησε στην Αγγλία την περίοδο 1886 έως 1936. Κατά τα πρώτα του χρόνια, υπήρξε ο ίδιος πολύ ευαίσθητος στην υγεία του και πολύ σύντομα αποφάσισε ότι αυτό που ήθελε μεγαλώνοντας ήταν να γίνει γιατρός ώστε να μπορεί να ανακουφίζει αυτούς που υπέφεραν.
Από νεαρή ηλικία είχε αρχίσει να τον κουράζει η ζωή στην πόλη και η εργασία στην οικογενειακή επιχείρηση, ενώ έδειχνε να απολαμβάνει τους μεγάλους περιπάτους στη φύση, εξερευνώντας τους αγρούς και τα φυτά στον τόπο τον οποίο μεγάλωναν. Σε εκείνους τους αγρούς, λίγο αργότερα θα έβρισκε τα πρώτα του ιάματα από άνθη, για τα οποία θα γινόταν διάσημος παγκόσμια.
Με την έγκριση του πατέρα του ξεκίνησε τις σπουδές του ως γιατρός, επιθυμώντας να μάθει κάθε γνωστή μέθοδο ίασης, και πήρε τις ειδικότητες του παθολόγου και βακτηριολόγου πριν αφοσιωθεί στο μακρύ έργο τους ως ερευνητής στα εργαστήρια και ως γιατρός αφοσιωμένος στους ασθενείς που έδινε το παρόν στους θαλάμους μιλώντας με καθένα από αυτούς. Μέσα από αυτό το έργο του, ανακάλυψε σημαντικά εμβόλια που διαδόθηκαν στον ιατρικό χώρο θεραπεύοντας πολλούς ασθενείς.
Κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκόσμιου Πόλεμου θεράπευε τους στρατιώτες που επέστρεφαν τραυματισμένοι, ώσπου το 1917 κατέπεσε ο ίδιος από αιμορραγία και χρειάστηκε εγχείρηση προκειμένου να του αφαιρεθεί όγκος, ενώ οι γιατροί του έδωσαν λίγους μήνες ζωής. Αυτό τον ώθησε ακόμα πιο επίμονα στην έρευνα για τη μέθοδο ίασης εκείνη που θα μπορούσε να παραδώσει πριν το θάνατό του στην ανθρωπότητα, και η οποία θα θεράπευε χωρίς να επιβαρύνει τον ασθενή.
Ανέτρεψε κάθε προγνωστικό που του έδινε 3 μήνες ζωής, και γρήγορα το έργο του και η φήμη του άρχισαν να μεγαλώνουν ώσπου ανέπτυξε ακόμα περισσότερο την πρακτική του διαθέτοντας δύο ιδιωτικά ιατρεία και εργαστήρια στο Λονδίνο στη Harley street, μία οδό με γραφεία για τους επιφανείς γιατρούς της εποχής. Έβλεπε ασθενείς διαρκώς, έκανε έρευνα, και δημοσίευε συχνές αναφορές με τα αποτελέσματά του στον ιατρικό χώρο. Δεν πίστευε στη θεωρητική γνώση, αντίθετα για αυτόν πραγματική μελέτη ήταν η παρακολούθηση του κάθε ασθενή, παρατηρώντας τον τρόπο με τον οποίο επηρεάζεται από το σύμπτωμα, και πώς η κάθε διαφορετική αντίδραση επηρέαζε την εξέλιξη, την ένταση και τη διάρκεια της ασθένειας. Έβλεπε τον ασθενή ολιστικά, και όχι σαν ένα σύμπτωμα.
Μέσα από αυτή την παρατήρηση, διαπίστωσε ότι η ίδια θεραπεία δεν μπορούσε πάντα να θεραπεύσει την ίδια ασθένεια σε όλους τους ασθενείς. Μετέπειτα κατάλαβε ότι αν και όλοι οι ασθενείς μπορεί να υπέφεραν από το ίδιο σύμπτωμα, μόνο τα άτομα με παρόμοια προσωπικότητα αντιδρούσαν θετικά σε κάποια κοινή θεραπεία. Άτομα με διαφορετικά χαρακτηριστικά, θα χρειάζονταν μια διαφορετική θεραπεία προκειμένου να βρουν ίαση.
Το συμπεράσμά του ήταν ότι σε ασφαλέστερη θεραπεία οδηγούσε αυτό που έδειχνε η προσωπικότητα και όχι αποκλειστικά το σώμα. Σε αυτές του τις ανακαλύψεις βρήκε σύμμαχο το Samuel Hahnemann, πατέρα και εμπνευστή της ομοιοπαθητικής. Χρησιμοποίησε την ομοιοπαθητική στους θεραπευόμενούς του και ανέπτυξε ακόμα και σε αυτό το χώρο 7 ομοιοπαθητικά φάρμακα που τον έκαναν ακόμα πιο γνωστό, και χρησιμοποιούνται έως τις ημέρες μας.
Και πάλι όμως έδειχνε να θέλει να βρει έναν απόλυτα ασφαλή τρόπο ίασης, μια μέθοδο φυσική και απλή που δε θα είχε ούτε ανεπιθύμητες παρενέργειες, ούτε θα ήταν επίπονη για το σώμα. Δεν τον κάλυπτε καμία μέθοδος γνωστή ως τότε, μιας που όλες θεράπευαν την ασθένεια δίνοντας ασθένεια στο σώμα, όπως έκανε η συμβατική ιατρική και τα εμβόλια ή τα φάρμακα που είχε ανακαλύψει ο ίδιος χρησιμοποιώντας βακτήρια. Επίσης πίστευε στη μόνιμη ίαση που θα ξερίζωνε την αιτία της ασθένειας και όχι στην προσωρινή απομάκρυνση του συμπτώματος το οποίο θα έβρισκε τρόπο να επιστρέψει και πάλι είτε με μετάσταση είτε με διαφορετικό σύμπτωμα.
Σταδιακά, η βαθιά του πεποίθηση για την αποτελεσματικότητα της φυσικής αντιμετώπισης της ασθένειας τον έκανε να εγκαταλείψει την επικερδή πρακτική του, έκλεισε τα ιατρεία του καταστρέφοντας κάθε στοιχείο από τα ιατρικά του ευρήματα και αφοσιώθηκε στην καθοδήγησή του που ήδη τον είχε οδηγήσει στη φύση, στα βότανα και στα άνθη της υπαίθρου. Δείχνοντας εμπιστοσύνη στη δύναμη της φύσης να θεραπεύει, που για χιλιάδες χρόνων φροντίζει σε κάθε γωνιά του πλανήτη τους παθόντες, εδραίωσε γύρω από αυτήν όλη του τη δράση.
Μέσα στα χρόνια, και μετά από χιλιάδες πειράματα, εστίασε στο πιο ανεπτυγμένο τμήμα συγκεκριμένων φυτών, στο άνθος, και πιο συγκεκριμένα στο άνθος των φυτών που θεώρησε ότι ανήκουν σε μία ‘ανώτερη κατηγορία’. Δε σταμάτησε τη μελέτη, παρά μόνο όταν δοκιμάζοντας και απορρίπτοντας κατέληξε και στο 38ο άνθος από το οποίο θα έπαιρνε το τελευταίο ίαμά του. Μόνο τότε ήταν σίγουρος ότι το σύστημά του ήταν πλήρες. Είχε πλέον αντιστοιχίσει ένα ίαμα με ένα αρνητικό συναίσθημα ή νοητική κατάσταση. Στην εφαρμογή του συστήματος ανθοθεραπείας στα άτομα που συνέρρεαν σε αυτόν αναζητώντας ίαση, έβρισκε ότι θεραπεύοντας τα συναισθήματα των ασθενών, το σώμα κινούνταν ελεύθερο και αυτό προς τη θεραπεία, καθώς απομακρύνονταν ο πόνος και η δυστυχία από τον ψυχισμό.
Τα αποτελέσματα ήταν εντυπωσιακά, και κάθε του νέο ίαμα το ανέφερε σε επιστημονικά ιατρικά περιοδικά, στους ιατρικούς και ομοιοπαθητικούς κύκλους. Ο κόσμος που έβρισκε ανακούφιση στα σωματικά του προβλήματα, έχοντας επιλύσει τα συναισθηματικά του φορτία με τη νέα μέθοδο του Dr Bach, του έφερνε περισσότερο κόσμο, πολλοί γιατροί εκδήλωσαν ενδιαφέρον από διάφορα μέρη, και το σύστημα ανθοθεραπείας άρχισε να εξαπλώνεται παγκόσμια. Ο ίδιος ο γιατρός απομονώθηκε στην αγγλική επαρχία προκειμένου να ολοκληρώσει το σύστημά του και δε δίστασε να ζητήσει από το γενικό ιατρικό συμβούλιο να του αφαιρεθεί ο ιατρικός τίτλος, απαντώντας στις συχνές πιέσεις που λάμβανε για το μη συμβατικό έργο του. Ήξερε ότι ο ρόλος του γιατρού είναι να επιδιώκει το συμφέρον του ασθενή, επομένως δε θα μπορούσε να εγκαταλείψει αυτό το αποτελεσματικό σύστημα που έφερνε συναισθηματική γαλήνη και υγεία στους θεραπευόμενούς του.
Ο Dr Bach άφησε ήσυχα αυτόν τον κόσμο ένα χρόνο αφότου όρισε τη μέθοδο θεραπείας που ανακάλυψε ως ένα ολοκληρωμένο και πλήρες σύστημα.
Το κείμενο είναι βασισμένο στο βιογραφικό βιβλίο που έγραψε για τον Dr Bach η βοηθός του Nora Weeks: The medical discoveries of Edward Bach, Physician, 1973.